σπιτάλι

σπιτάλι
Ημιορεινός οικισμός (154 κάτ., υψόμ. 110 μ.), στην επαρχία Μεσσήνης του νομού Μεσσηνίας. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (3 τ. χλμ., 154 κάτ.) και βρίσκεται βορειοδυτικά της Μεσσήνης.
* * *
και σπιτάλιο, το, Ν
(διαλ. τ.)
1. νοσοκομείο
2. ίδρυμα περίθαλψης ατόμων διαφόρων κατηγοριών, όπως είναι λ.χ. το γηροκομείο, το ορφανοτροφείο κ.ά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μσν. ὁσπιτάλ-ιον < λατ. hospitale «ξενώνας, ξενοδοχείο» < hospes, -itis «ξένος»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • σπιτάλιο — το, Ν βλ. σπιτάλι …   Dictionary of Greek

  • spital — SPITÁL, spitale, s.n. Instituţie medicală în care sunt internaţi bolnavii, accidentaţii sau răniţii. [pl. şi: spitaluri] – Din germ. Spital. Trimis de LauraGellner, 25.07.2004. Sursa: DEX 98  SPITÁL s. (med.) (înv.) bolniţă, ospital. Trimis de… …   Dicționar Român

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”